Οι 193 μετανάστες που γλύτωσαν το θάνατο και αποβιβάστηκαν τον προηγούμενο Δεκέμβρη στο Βόλο, έζησαν για περίπου ένα μήνα υπό συνθήκες εγκλεισμού και εικοσιτετράωρης παρακολούθησης από την αστυνομία. Στη δική τους εκδοχή του Μεγάλου Αδερφού, το αμφίβολο έπαθλο ήταν η παραμονή σε κάποιο πιο οργανωμένο στρατόπεδο συγκέντρωσης σε κάποιο άλλο σημείο της Ελλάδας.
Η μεταχείριση μάλιστα αυτή τείνει να νομιμοποιηθεί στην ελληνική κοινωνία ως ιδιαίτερα ευνοϊκή και ανεκτική, πράγμα που δεν είναι άλλωστε ανακριβές αν λάβει κανείς υπόψιν τις υπόλοιπες ενέργειες της ελληνικής αστυνομίας που συμπληρώνουν τη γκάμα της μεταναστευτικής της «πολιτικής»: δολοφονίες στα σύνορα κατά την είσοδο των παράνομων μεταναστών, επιχειρήσεις - σκούπα στη λογική της συλλογικής ευθύνης, διοικητικές απελάσεις, βασανισμοί στα κρατητήρια, αναίτιες συλλήψεις και κρατήσεις, εξευτελιστική μεταχείριση, τυχαίες εκπυρσοκροτήσεις αστυνομικών όπλων.
Το κοινότυπο πλέον εύρημα περί ελλείμματος μεταναστευτικής πολιτικής από το ελληνικό κράτος δεν ευσταθεί για τα κατασταλτικά του όργανα. Αυτά έχουν μια άρρητη μεν αλλά ήδη αρκετά οργανωμένη πολιτική. Το λογικό της συμπλήρωμα ας το αναζητήσουμε στα δικαστήρια: βρίσκεται στην πολιτική Â«δικαιοσύνης» και «σωφρονισμού» που εξαντλούν την αυστηρότητά τους, όταν έχουν να κάνουν με μετανάστες.
Αυτή η πολιτική δεν έχει τόσο να κάνει με τον παραδοσιακό αντιδραστικό χαρακτήρα των συγκεκριμένων οργάνων και καθόλου με κάποια υποτιθέμενα αυτοφυή ξενοφοβικά αντανακλαστικά. Είναι αντίθετα εξαιρετικά σύγχρονη (και εκσυγχρονιστική) στην εκπόνηση και την εφαρμογή της. Απαντά στις πιο καινούριες ανάγκες του ελληνικού καπιταλισμού, εναρμονιζόμενη με τις αντίστοιχες πολιτικές των άλλων κρατών υποδοχής μεταναστών.
Σε έναν κόσμο όπου η εφαρμογή του νεοφιλελευθερισμού και η περιστολή του κοινωνικού κράτους περιθωριοποιεί και καταδικάζει στη μιζέρια όλο και περισσότερους, η καταστολή μοιάζει να είναι η μόνη πειστική απάντηση για τη διατήρηση της «κοινωνικής ηρεμίας», ουσιαστικά για την εξασφάλιση των όρων αναπαραγωγής των σχέσεων εκμετάλλευσης και κυριαρχίας των (εθνικών) καπιταλιστικών συστημάτων και του (παγκόσμιου) καπιταλισμού. Οι ίδιοι απολογητές του συστήματος που μέχρι χθες κόπτονταν για το «λιγότερο κράτος», αφιερώνουν τώρα συνέδρια επί συνεδρίων στην «ανάγκη» για περισσότερο κατασταλτικό και ποινικό κράτος. Το μοντέλο διαχέεται γρήγορα από την Αμερική στην Ευρώπη.
Σημείο - κλειδί δεν είναι πια μόνο η καταστολή και ο κοινωνικός έλεγχος στους χώρους δουλειάς. Ο ίδιος ο χώρος της πόλης είναι το πεδίο της αντιπαράθεσης. Οι μετανάστες, οι φτωχοί, οι άστεγοι, οι πόρνες, οι εξαρτημένοι, οι μικροκακοποιοί και όσοι άλλοι ο νεοφιλελευθερισμός περιθωριοποιεί βρίσκονται στο στόχαστρο. Όχι πια μόνο για λόγους διατήρησης της εικόνας ασφάλειας και ευημερίας της πόλης, αλλά επειδή ο καπιταλισμός νιώθει να απειλείται σοβαρά από τα ανθρώπινα «υποπροϊόντα» του που προσπαθούν να επανακαταλάβουν αυτό που τους αποστερείται: το χώρο για να ζήσουν.
Το ελληνικό κράτος αντιμετωπίζει τους μετανάστες σαν αυτό που η αριστερά ντρέπεται να πει ότι είναι: σαν εργατική δύναμη. Φτηνή και αναλώσιμη. Αν θέλουν να ζήσουν στην Ελλάδα θα πρέπει να αποδεχθούν τη φτώχεια τους, το εφήμερο της παρουσίας τους και την περιθωριοποίησή τους. Ελπίδες κοινωνικής ανέλιξης βεβαίως και δικαιούνται να έχουν, αρκεί να αποδεχθούν τη μοίρα τους, αυτή της υποταγής στη δουλειά και στην τύχη... Κάθε άλλη σκέψη και πάνω απ’ όλα η ενοχλητική τους προσπάθεια να καταλάβουν το χώρο της πόλης, ακόμα και σα μέσο απλής επιβίωσης, θα τιμωρείται.
Μία μόνο υποσημείωση. Οι ταξικοί αγώνες εδώ και καιρό δε διεξάγονται μόνο στο πεδίο του κοινωνικού χώρου αλλά σε εκείνο του πραγματικού. Ο Μάης του ’68, κορυφαία στιγμή αυτόνομης έκφρασης της εργατικής τάξης, αποτελούσε εξίσου κορυφαία στιγμή επαναδιεκδίκησης από αυτήν του χώρου, της πόλης, των δρόμων. Το σημερινό κίνημα, που στις στιγμές της καλύτερης συνειδητοποίησής του, αυτοαποκαλείται «αντικαπιταλιστικό», περιλαμβάνει στην ατζέντα του τον ίδιο στόχο. Με αυτή την έννοια αμφισβητεί τις εκάστοτε «κόκκινες ζώνες» και καταλαμβάνει τις πόλεις του κόσμου. Οι πορείες των μεταναστών στο πλαίσιο των ίδιων διεθνών διαδηλώσεων όλο και πυκνώνουν.